Το ταλέντο, η εντατική και αποτελεσματική προπόνηση είναι αναμφισβήτητα από τους πιο σημαντικούς παράγοντες για τη δημιουργία ενός κορυφαίου αθλητή. Καθώς όμως τα προγράμματα των προπονήσεων γίνονται όλο και πιο απαιτητικά και η διάκριση σε όλα τα αγωνίσματα κρίνεται σε λεπτομέρειες, η βέλτιστη διατροφή αποτελεί το σύμμαχο που μπορεί να προάγει την αθλητική απόδοση και την αποκατάσταση από την έντονη προπόνηση και να κάνει τη διαφορά μεταξύ επιτυχίας και αποτυχίας.
Η επαρκής πρόσληψη των απαραίτητων μικροθρεπτικών συστατικών (βιταμίνες και μέταλλα) αποτελεί ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της βέλτιστης διατροφής των αθλητών. Ορισμένες από τις πιο σημαντικές επιδράσεις των μικροθρεπτικών συστατικών σε σωματικές λειτουργίες που σχετίζονται με την προπόνηση και την αθλητική απόδοση περιλαμβάνουν τη συμμετοχή τους στην παραγωγή ενέργειας, στην επαρκή ανοσοποιητική λειτουργία, στην προστασία των ιστών από οξειδωτική βλάβη, στη σύνθεση αιμοσφαιρίνης, στη διατήρηση της σκελετικής υγείας, στη δόμηση και επιδιόρθωση του μυϊκού ιστού μετά την άσκηση.
Οι σύγχρονες διεθνείς συστάσεις για τη πρόσληψη βιταμινών και μετάλλων συνοψίζονται στις `Τιμές Αναφοράς Διαιτητικής Πρόσληψης` (DRIs), όπου αντιπροσωπεύουν τις συνιστώμενες μέσες προσλήψεις των θρεπτικών συστατικών καλύπτοντας τις ανάγκες σχεδόν όλων των ατόμων ενός υγιή πληθυσμού μιας συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας και φύλου.
Σύμφωνα με την κοινή επίσημη θέση του Αμερικανικού Συλλόγου Διαιτολόγων, των Διαιτολόγων του Καναδά και του Αμερικανικού Κολεγίου Αθλητιατρικής, τα τρέχοντα DRIs είναι κατάλληλα για αθλητές με ορισμένες εξαιρέσεις και δεν απαιτούνται συμπληρώματα βιταμινών αρκεί ο αθλητής να έχει επαρκή ενεργειακή πρόσληψη και ένα ισορροπημένο διαιτολόγιο με ποικιλία τροφίμων.
Η χρήση όμως των συμπληρωμάτων μεμονωμένων βιταμινών ή μετάλλων είναι ευρέως διαδεδομένη στους αθλητές. Τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα είναι συμπληρώματα βιταμινών του συμπλέγματος Β, αντιοξειδωτικών βιταμινών Α, C και Ε, συμπληρώματα σιδήρου, ψευδαργύρου και μαγνησίου.
Οι περισσότεροι αθλητές κάνουν χρήση των συμπληρωμάτων πιστεύοντας ότι ενισχύουν την απόδοση και αντοχή τους και θωρακίζουν την υγεία τους. Οι δόσεις που προσλαμβάνονται συνήθως είναι τεράστιες και κυμαίνονται από 10 έως 1000 φορές πάνω από τη συνιστώμενη ποσότητα (DRIs).
Πάνω σε αυτή την πρακτική θέτονται ορισμένα ερωτήματα: Ποιο είναι, σύμφωνα με έρευνες, το προφίλ αθλητών σε μικροθρεπτικά συστατικά; Σε ποια συστατικά παρατηρείται το μεγαλύτερο πρόβλημα;
Ποιες κατηγορίες αθλητών όντως κινδυνεύουν να εμφανίσουν ανεπάρκεια σε μικροθρεπτικά συστατικά;
Μήπως η κατανάλωση μεγαδόσεων μεμονωμένων βιταμινών και μετάλλων εγκυμονεί κινδύνους για την υγεία;
Βελτιώνεται η αθλητική απόδοση με την αυξημένη (πέρα από τις τρέχουσες συστάσεις) πρόσληψη μικροθρεπτικών συστατικών;
Οι αθλητές που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης ανεπαρκειών και φτωχής διαιτητικής πρόσληψης σε βιταμίνες και μέταλλα είναι εκείνοι που δεν καλύπτουν τις ενεργειακές τους δαπάνες και μειώνουν την ενεργειακή τους πρόσληψη, εκείνοι που καταφεύγουν σε δραστικές πρακτικές απώλειας βάρους και αποκλείουν μία ή περισσότερες ομάδες τροφίμων από το διαιτολόγιό τους (φρούτα και λαχανικά, γαλακτοκομικά, κρέας).
Για αθλητές που ακολουθούν τέτοιου τύπου συμπεριφορές ίσως χρειάζεται κάποιο συμπλήρωμα πολυβιταμινών και ανόργανων στοιχείων για να βελτιωθεί το συνολικό τους προφίλ σε μικροθρεπτικά συστατικά. Γενικά, όμως, δεν ενθαρρύνεται η χρήση μεμονωμένων μικροθρεπτικών συστατικών, εκτός αν υπάρχουν σαφείς και εμπεριστατωμένοι ιατρικοί ή διατροφικοί λόγοι, όπως η χρήση συμπληρωμάτων σιδήρου για τη θεραπεία της σιδηροπενικής αναιμίας.
Τα μεμονωμένα συμπληρώματα, ιδιαίτερα των λιποδιαλυτών βιταμινών (Α, D, E, K) όταν παρέχουν μεγάλες δόσεις και καταναλώνονται για μεγάλο χρονικό διάστημα, εγκυμονούν κινδύνους τοξικότητας.
Σε πρόσφατη μελέτη που πραγματοποιήθηκε στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και είχε σαν στόχο τη διατροφική αξιολόγηση αθλητών της Εθνικής Ομάδας υδατοσφαίρισης και κολύμβησης, φάνηκε το μέγεθος του προβλήματος. Στο σύνολο των αθλητών ένα μεγάλο ποσοστό παρουσίαζε ανεπαρκή διαιτητική πρόσληψη σε τουλάχιστον μια από τις αντιοξειδωτικές βιταμίνες και βιταμίνες του συμπλέγματος Β.
Το πρόβλημα αποδόθηκε τόσο στη χαμηλή ενεργειακή πρόσληψη των αθλητών, όσο και στις μη κατάλληλες επιλογές τροφίμων. Συγκεκριμένα, η χαμηλή πρόσληψη αντιοξειδωτικών συστατικών οφειλόταν στην ανεπαρκή πρόσληψη φρούτων, λαχανικών.
Επίσης, πολύ μεγάλα ποσοστά των γυναικών αθλητριών εμφάνισαν χαμηλότερη από τις διεθνείς συστάσεις (DRIs) πρόσληψη σιδήρου και ασβεστίου. Και σε αυτή την περίπτωση η χαμηλή κατανάλωση κρέατος (κόκκινο κρέας, πουλερικά, ψάρια) και γαλακτοκομικών ήταν η αιτία του προβλήματος.
Η μελέτη αυτή τονίζει την αναγκαιότητα της επιλογής τροφίμων από όλες τις ομάδες στις σωστές ποσότητες, αλλά δείχνει και την έλλειψη διατροφικών γνώσεων των αθλητών.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν μελέτες της διεθνούς βιβλιογραφίας που ερευνούν την επίδραση των αντιοξειδωτικών θρεπτικών συστατικών στην αθλητική απόδοση και το μεταβολισμό. Επειδή η έντονη άσκηση αυξάνει την κατανάλωση οξυγόνου κατά 10 έως 15 φορές, υποστηρίζεται ότι η χρόνια άσκηση προκαλεί ένα διαρκές `οξειδωτικό στρες` εξαιτίας της αυξημένης παραγωγής ελευθέρων ριζών οξυγόνου.
Οι ελεύθερες ρίζες πιστεύεται ότι προκαλούν βλάβες στις κυτταρικές μεμβράνες των μυϊκών κυττάρων εξαιτίας της υπεροξείδωσης των λιπιδίων τους. Σχετίζονται επίσης με τροποποίηση του γενετικού υλικού των μυϊκών κυττάρων, μη ιδανική αποκατάσταση από την έντονη προπόνηση και με εξασθενημένη ανοσοποιητική λειτουργία του οργανισμού.
Τα μικροθρεπτικά συστατικά με αντιοξειδωτική δράση είναι οι βιταμίνες A, C, E, το β-καροτένιο και το ιχνοστοιχείο σελήνιο. Τα συστατικά αυτά προστατεύουν από τις βλαβερές δράσεις των ελεύθερων ριζών οξυγόνου. Πολλές μελέτες έχουν ερευνήσει την επίδραση των συμπληρωμάτων αντιοξειδωτικών συστατικών στην αθλητική απόδοση.
Τα αποτελέσματά δείχνουν ότι αν και μειώνεται το `οξειδωτικό στρες` στους ιστούς, δεν φαίνεται να βελτιώνεται η απόδοση. Επομένως, οι ίδιες συστάσεις που ισχύουν για τον γενικό πληθυσμό, ισχύουν και για τους αθλητές.
Σαν συμπέρασμα μπορούμε να πούμε ότι: Οι ανεπάρκειες σε βιταμίνες και μέταλλα θέτουν σε κίνδυνο την αθλητική απόδοση.
Στόχος για κάθε αθλητή υψηλού επιπέδου πρέπει να είναι η πρόσληψη των συνιστώμενων ποσοτήτων (DRIs) για κάθε μικροθρεπτικό συστατικό.
Δεν υπάρχουν αρκετά επιστημονικά στοιχεία για να συστήσουμε τη λήψη συμπληρωμάτων μεμονωμένων βιταμινών και μετάλλων ώστε να βελτιώσουμε την αθλητική απόδοση.
Η χρήση συμπληρωμάτων είναι επιτακτική μόνο όταν υπάρχει διαγνωσμένη ανεπάρκεια.
Ένα ισορροπημένο διαιτολόγιο που περιλαμβάνει τροφές από όλες τις ομάδες τροφίμων και παρέχει την απαιτούμενη ενέργεια είναι το κλειδί για να αποκομίσει ο αθλητής τα μέγιστα οφέλη από τη διατροφή.
Η συνεργασία των αθλητών με επιστήμονες υγείας (ιατρούς, διαιτολόγους) είναι απαραίτητη για να προληφθούν ανεπάρκειες και να μάθει ο αθλητής ποιες επιλογές τροφίμων πρέπει να κάνει για να καλύψει τις ανάγκες του σε μικροθρεπτικά συστατικά.
πηγή.iatronet.gr
7x5pjg85n8|0000ABC871B5|winnersNew|articles|soma|6B16E10C-9E86-418A-9F8F-3BA8E6980704
mx7taf5gqm|00008E9992D3|winnersNew|articles|soma|953BD9F8-3D87-4689-BB89-61E0E6D37C3C