Ωστόσο, έγινε περισσότερο κατανοητός τις τελευταίες δύο δεκαετίες χάρη στις προόδους που σημειώθηκαν τόσο στον τομέα της ανοσολογίας, όσο και στον τομέα του μεταβολισμού των θρεπτικών συστατικών. Τα τελευταία χρόνια, μέσα από την επιστημονική πρόοδο, έχουν γίνει γνωστά τα μονοπάτια της μοριακής ρύθμισης του ανοσοποιητικού, καθώς και η επίδραση του μεταβολισμού των θρεπτικών ουσιών στη ρύθμιση της μεταγραφής των κυτταρικών σημάτων και στην έκφραση γονιδίων.Η κατανόηση του πεδίου αυτού αποδίδει σημαντικές πληροφορίες για τον ρόλο που διαδραματίζουν οι θρεπτικές ουσίες στη διαμόρφωση της ανοσοποιητικής λειτουργίας.
Ο ρόλος της διατροφής είναι ιδιαίτερα σημαντικός στις λειτουργίες τόσο των ειδικών όσο και των μη ειδικών μηχανισμών (Chandra 2002). Προς αυτή την κατεύθυνση, πολυάριθμες πειραματικές αλλά και κλινικές μελέτες έχουν αποδείξει την επίδραση συστατικών, όπως οι βιταμίνες και τα ιχνοστοιχεία (Fernandes 2008).
Ιχνοστοιχεία στην προστασία του ανοσοποιητικού συστήματοςΟρισμένα ιχνοστοιχεία παίζουν ουσιαστικό ρόλο σε κεντρικές μεταβολικές διεργασίες, καθώς και στη λειτουργία των ανοσοποιητικών κύτταρων (Chandra 2002). Μπορούν να επηρεάσουν διάφορα μόρια που εμπλέκονται στην ανοσοποιητική λειτουργία και να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην πρόληψη των ασθενειών και στην προαγωγή της υγείας.
Σημαντικά ιχνοστοιχεία όπως είναι ο ψευδάργυρος, το σελήνιο και ο χαλκός, περιλαμβάνονται στη διαμόρφωση των λειτουργιών του ανοσοποιητικού και επομένως θεωρούνται ως πρωταρχικά στην εύρυθμη ρύθμισή του.
Ψευδάργυρος και ανοσοποιητικό σύστημαO ψευδάργυρος (Zn) αποτελεί μέρος του μεταλλοειδούς τμήματος του αντιοξειδωτικού ενζύμου σουπεροξειδικής δισμουτάσης (SOD). Αυτό το ένζυμο προστατεύει τα κύτταρα από βλάβες που προκαλούν οι ελεύθερες ρίζες.
Επιπλέον, χρησιμοποιείται για τη σύνθεση της υπεροξειδάσης του κυτοχρώματος C, της ουρικάσης και της τυροσινάσης.
Ανεπάρκεια ψευδαργύρου, γενετική ή/και επίκτητη, συνδέεται με διαταραγμένη απάντηση αντιδράσεων δερματικής υπερευαισθησίας και μειωμένη δραστηριότητα των ορμονών του θύμου αδένα.
Πειραματικά δεδομένα υποστηρίζουν την άποψη ότι η έλλειψη ψευδαργύρου επιφέρει ως αποτέλεσμα τον μειωμένο σχηματισμό αντισωμάτων στον σπλήνα και ελαττωμένη δραστηριότητα των Τ λεμφοκυττάρων και των ΝΚ κυττάρων. Σε ανεπάρκεια ψευδαργύρου, η επούλωση πληγών επιβραδύνεται.
Μελέτες σε πειραματόζωα με ανεπάρκεια ψευδαργύρου δείχνουν ότι είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα σε διάφορους τοξικούς μικροοργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων της εντεροτοξίνης Coxsackie Β και της λιστέρια. Ως αποτέλεσμα αυξάνεται η σημαντικά θνητότητά τους.
Ο μηχανισμός των ανοσο-ενισχυτικών αποτελεσμάτων του ψευδαργύρου δεν είναι ξεκάθαρος. Περιλαμβάνεται πιθανώς στην υποκίνηση του ενζύμου NADPH-οξειδάσης, μέσω του ρόλου του ως συμπαράγοντα για τη φωσφολιπάση A2 ή για τη φωσφολιπάση C (Chandra 2002).
Επίσης, μπορεί να σταθεροποιεί το αραχιδονικό οξύ ενάντια στην οξείδωση από τις ενώσεις σιδήρου.
Τέλος, σχετίζεται με μεταβολές στη δομή των κυτταροπλασματικών μεμβρανών και στην έκφραση των υποδοχέων τόσο των ουδετερόφιλων λευκοκυττάρων όσο και των λεμφοκυττάρων.
Όλες οι παραπάνω ιδιότητες υπογραμμίζουν τον σημαντικό ρόλο του ψευδαργύρου στο αμυντικό σύστημα του οργανισμού.
Ιδιαίτερη προσοχή στην πρόσληψη αυτού του ιχνοστοιχείου θα πρέπει να δοθεί από τους ηλικιωμένους, οι οποίοι αρκετές φορές παρουσιάζουν σοβαρή έλλειψη (Barringer et al. 2003).
Ιδιαίτερα καλές πηγές ψευδαργύρου αποτελούν το κρέας, τα οστρακοειδή, τα σύκα, τα μανιτάρια, τα μη αποφλοιωμένα δημητριακά και οι ξηροί καρποί (Γρηγοράκης 2010).
Χαλκός και ανοσοποιητικό σύστημαΟ χαλκός (Cu) είναι απαραίτητος για τον ανθρώπινο οργανισμό, με δεδομένη την ιδιότητά του να λαμβάνει και να παρέχει εύκολα ηλεκτρόνια γεγονός που ερμηνεύει το σημαντικό του ρόλο στις οξειδοαναγωγικές αντιδράσεις και τη δέσμευση ελεύθερων ριζών (Collins et al. 2010).
Σε συνδυασμό με τον ψευδάργυρο αποτελεί και αυτός με τη σειρά του μέρος του μεταλλοειδούς τμήματος του σημαντικού αντιοξειδωτικού ενζύμου: σουπεροξειδική δισμουτάση (SOD).
Ο χαλκός απαιτείται για την παραγωγή ορμονών του θυρεοειδούς και των επινεφριδίων, τον μυϊκό τόνο, την αναπαραγωγή, την ρύθμιση της έκφρασης των γονιδίων, την επισκευή ιστών, τη χρώση μαλλιών και δέρματος και τη σωστή ανάπτυξη των παιδιών.
Επιπλέον, συμβάλλει στο σχηματισμό της αιμοσφαιρίνης που είναι απαραίτητη για τη μεταφορά οξυγόνου στα ερυθροκύτταρα του αίματος.
Μελέτες σε πειραματόζωα έχουν δείξει ότι η ανεπάρκεια του χαλκού αυξάνει την ευαισθησία στις λοιμώξεις και το ποσοστό θανάτων από αυτές.
Πρόσφατα αποδείχθηκε ότι ακόμη και η πολύ μικρή ανεπάρκεια χαλκού στον άνθρωπο, μειώνει σημαντικά, τόσο τον αριθμό των ουδετερόφιλων πολυμορφοπύρηνων (είδος λευκών αιμοσφαιρίων) στην περιφερική κυκλοφορία, όσο και την ικανότητά τους να θανατώνουν μικροοργανισμούς, ενώ άλλες μελέτες in vitro (ζωικές και σε ανθρώπους) έχουν δείξει ότι ακόμη και η οριακή ανεπάρκειά του μειώνει τα επίπεδα της ιντερλευκίνης και περιορίζει τον πολλαπλασιασμό των Τ κυττάρων (Stafford et al. 2013).
Σημαντικές πηγές χαλκού θεωρούνται τα στρείδια, τα σαλιγκάρια, το συκώτι, τα καβούρια, η μαγιά μπύρας, οι ελιές, τα φουντούκια και οι γαρίδες.
Σελήνιο και ανοσοποιητικό σύστημαΤο σελήνιο (Se) αποτελεί το μεταλλοειδές τμήμα του ενδογενούς αντιοξειδωτικού ενζύμου υπεροξειδάση της γλουταθειόνης (GSH-Px). Λόγω της ιδιότητας αυτής, επιφέρει σημαντικά αποτελέσματα στην υγεία, ιδιαίτερα σε σχέση με τη ρύθμιση των απαντήσεων του ανοσοποιητικού συστήματος, αλλά και στην πρόληψη ιογενών νοσημάτων και διάφορων μορφών καρκίνου (Salman et al. 2009).
Πολυάριθμες μελέτες αναφέρουν ότι η ανεπάρκεια σεληνίου οδηγεί σε αποσταθεροποίηση το ανοσοποιητικό σύστημα και σε ελαττωμένες αποκρίσεις τόσο της κυτταρικής όσο και της χυμικής ανοσίας (Spalholz et al. 1990). Αντιθέτως, η διαιτητική συμπλήρωση με σελήνιο επιφέρει σημαντικά ανοσοδιεγερτικά αποτελέσματα με την αύξηση του πολλαπλασιασμού των Τ κύτταρων και της δραστηριότητας των ΝK κυττάρων (Kiremidjian-Schumacher & Roy 1998).
Το σελήνιο, λόγω της ιδιότητάς του να ενεργοποιεί τη διαφοροποίηση των Τ κυττάρων, μπορεί να αναστρέφει την ανεπάρκεια των λεμφοκυττάρων που παρατηρείται στους ηλικιωμένους (Γρηγοράκης 2016).
Καλές πηγές σεληνίου αποτελούν τα καρύδια, φιστίκια, αυγά, συκώτι, κοτόπουλο, οστρακοειδή θαλασσινά, οι σαρδέλες, τα μανιτάρια και φυσικά το σέλινο.
Συμπέρασμα Ο ρόλος των διατροφικών ουσιών είναι πολύ σημαντικός για την προστασία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η διατροφή που είναι πλούσια σε τροφές υψηλές θρεπτικής αξίας παρουσιάζει ευεργετικά αποτελέσματα στην υγεία, μέσω της προαγωγής της ανοσιακής λειτουργίας.
Ιχνοστοιχεία όπως ο ψευδάργυρος, το σελήνιο και ο χαλκός, είναι απαραίτητα για την επίτευξη βέλτιστης ανοσοπροστασίας. Είναι φανερό πως η παραπάνω διατροφική παρέμβαση είναι επιβεβλημένη τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια υγειονομική περίθαλψη, ιδιαίτερα σε ομάδες υψηλού κινδύνου για αυτοάνοσες διαταραχές.
πηγή.dgrigorakis.gr
7x5pjg85n8|0000ABC871B5|winnersNew|articles|soma|75052534-6CD3-4D34-8BDE-9AF471FA4DC2
mx7taf5gqm|00008E9992D3|winnersNew|articles|soma|FAEC8D19-CB95-492A-B921-749AE5DC5A52